Smán á grísku
Þýðing: smán, Orðabók: íslenska » gríska
Upprunalega tungumál:
íslenska
Markmiðs Tungumál:
gríska
Þýðingar:
προσβολή, ντροπή, κρίμα, ντροπής, την ντροπή, η ντροπή
Skyld orð
Önnur tungumál
Skyld orð: smán
smán saman, smán tungumála orðabók gríska, smán á grísku
Þýðingar
- smella á grísku - κροτώ, χειροκροτώ, κλικ, Κάντε κλικ, Κάντε κλικ στο, κλικ για, Κάντε κλικ στο κουμπί
- smjör á grísku - βούτυρο, βουτύρου, το βούτυρο, του βουτύρου, βούτυρο που
- smápeningar á grísku - παραλλάζω, μετατροπή, αλλάζω, παραλλαγή, νόμισμα, κέρμα, νομίσματος, ...
- smásaga á grísku - ανέκδοτο, διήγημα, σύντομη ιστορία, μικρή ιστορία, διηγήματος, διήγημα του
Orð af handahófi
Smán á grísku - Orðabók: íslenska » gríska
Þýðingar: προσβολή, ντροπή, κρίμα, ντροπής, την ντροπή, η ντροπή
Þýðingar: προσβολή, ντροπή, κρίμα, ντροπής, την ντροπή, η ντροπή