Viðleitni á grísku
Þýðing: viðleitni, Orðabók: íslenska » gríska
Upprunalega tungumál:
íslenska
Markmiðs Tungumál:
gríska
Þýðingar:
απόπειρα, προσπάθεια, προσπαθώ, προσπάθειες, προσπαθειών, οι προσπάθειες, προσπάθειές, τις προσπάθειες
Önnur tungumál
Skyld orð: viðleitni
viðleitni orðabók, viðleitni tungumála orðabók gríska, viðleitni á grísku
Þýðingar
- viðhafa á grísku - διατηρούν, διατηρήσουν, να διατηρήσει, διατηρήσει, διατηρηθεί
- viðhöfn á grísku - τελετή, εθιμοτυπία, τελετής, τελετή απονομής, εκδήλωση, τελετή που
- viðreisn á grísku - ανασυγκρότηση, αφύπνιση, ξύπνημα, αφύπνισης, το ξύπνημα, την αφύπνιση
- viðskiptavinur á grísku - μουστερής, πελάτης, πελάτη, πελατών, των πελατών, του πελάτη
Orð af handahófi
Viðleitni á grísku - Orðabók: íslenska » gríska
Þýðingar: απόπειρα, προσπάθεια, προσπαθώ, προσπάθειες, προσπαθειών, οι προσπάθειες, προσπάθειές, τις προσπάθειες
Þýðingar: απόπειρα, προσπάθεια, προσπαθώ, προσπάθειες, προσπαθειών, οι προσπάθειες, προσπάθειές, τις προσπάθειες