Accesso in greco
Traduzione: accesso, Dizionario: italiano » greco
Lingua di partenza:
italiano
Lingua di destinazione:
greco
Traduzioni:
πρόσβαση, επίθεση, προσπέλαση, επιτίθεμαι, λήμμα, είσοδος, επιδρομή, καταχώρηση, πρόσβασης, την πρόσβαση, πρόσβαση στο, η πρόσβαση
Parole correlate
Altre lingue
Parole correlate: accesso
accesso agli atti, accesso antonimi, accesso civico, accesso coniugazione, accesso cruciverba, accesso dizionario di lingua greco, accesso in greco
Traduzioni
- accessibile in greco - ευπρόσιτος, προσιτός, προσπελάσιμος, προσβάσιμο, προσβάσιμα, προσβάσιμη
- accessibilità in greco - προσιτότητα, προσβασιμότητα, προσβασιμότητας, δυνατότητα πρόσβασης, την προσβασιμότητα
- accessorio in greco - επικουρικός, συνεργός, συμπλήρωμα, βοηθητικός, θυγατρική, αναπληρωτής, υποβοηθητικός, ...
- accetta in greco - πελέκι, τσεκούρι, πέλεκας, ax, πέλεκυ, πέλεκυς, το τσεκούρι
Parole a caso
Accesso in greco - Dizionario: italiano » greco
Traduzioni: πρόσβαση, επίθεση, προσπέλαση, επιτίθεμαι, λήμμα, είσοδος, επιδρομή, καταχώρηση, πρόσβασης, την πρόσβαση, πρόσβαση στο, η πρόσβαση
Traduzioni: πρόσβαση, επίθεση, προσπέλαση, επιτίθεμαι, λήμμα, είσοδος, επιδρομή, καταχώρηση, πρόσβασης, την πρόσβαση, πρόσβαση στο, η πρόσβαση