Affermare in greco
Traduzione: affermare, Dizionario: italiano » greco
Lingua di partenza:
italiano
Lingua di destinazione:
greco
Traduzioni:
κρατίδιο, διεκδικώ, κράτος, διαβεβαιώνω, διεκδίκηση, βεβαιώνω, ισχυρίζομαι, επικυρώνω, ισχυρισμός, υποστηρίζω, επιβεβαιώνουν, βεβαιώνουν, επιβεβαιώσουμε, επιβεβαιώσει, επιβεβαιώνουν την
Parole correlate
Altre lingue
Parole correlate: affermare
affermare antonimi, affermare che congiuntivo, affermare coniugazione, affermare cruciverba, affermare definizione, affermare dizionario di lingua greco, affermare in greco
Traduzioni
- affatto in greco - αρκετά, εντελώς, καθόλου, και καθόλου, δεν είναι καθόλου, δεν ήταν καθόλου, διόλου
- affatturare in greco - σαγηνεύω, μαγεμένος, μαγεμένοι, μαγεμένη, μάγεψε, μαγεμένο
- affermazione in greco - ισχυρίζομαι, διαβεβαίωση, διεκδίκηση, ισχυρισμός, διεκδικώ, δήλωση, κατάσταση, ...
- afferrare in greco - αποκτώ, κράτημα, καταλαμβάνω, πιάνω, λαβή, κατάσχω, συλλαμβάνω, ...
Parole a caso
Affermare in greco - Dizionario: italiano » greco
Traduzioni: κρατίδιο, διεκδικώ, κράτος, διαβεβαιώνω, διεκδίκηση, βεβαιώνω, ισχυρίζομαι, επικυρώνω, ισχυρισμός, υποστηρίζω, επιβεβαιώνουν, βεβαιώνουν, επιβεβαιώσουμε, επιβεβαιώσει, επιβεβαιώνουν την
Traduzioni: κρατίδιο, διεκδικώ, κράτος, διαβεβαιώνω, διεκδίκηση, βεβαιώνω, ισχυρίζομαι, επικυρώνω, ισχυρισμός, υποστηρίζω, επιβεβαιώνουν, βεβαιώνουν, επιβεβαιώσουμε, επιβεβαιώσει, επιβεβαιώνουν την