Facoltativo in greco
Traduzione: facoltativo, Dizionario: italiano » greco
Lingua di partenza:
italiano
Lingua di destinazione:
greco
Traduzioni:
προαιρετικός, προαιρετικό, προαιρετική, προαιρετικά, προαιρετικές
Altre lingue
Parole correlate: facoltativo
arresto facoltativo, congedo facoltativo, congedo maternità, congedo maternità facoltativo, congedo parentale, facoltativo dizionario di lingua greco, facoltativo in greco
Traduzioni
- facilitazione in greco - ευχέρεια, ευκολία, διευκόλυνση, διευκόλυνσης, τη διευκόλυνση, διευκόλυνση των, διευκόλυνση του
- facilmente in greco - εύκολος, λεία, άνετος, εύκολα, ομαλά, εύκολα να, εύκολη, ...
- facoltoso in greco - ευκατάστατος, πλούσιος, εύπορος, πλούσιες, πλούσιους, πλούσιοι, πλούσιων
- facoltà in greco - διεύθυνση, σχολή, ΔΕΠ, σχολής, ικανότητα, διδασκόντων
Parole a caso
Facoltativo in greco - Dizionario: italiano » greco
Traduzioni: προαιρετικός, προαιρετικό, προαιρετική, προαιρετικά, προαιρετικές
Traduzioni: προαιρετικός, προαιρετικό, προαιρετική, προαιρετικά, προαιρετικές