Lavorare in greco
Traduzione: lavorare, Dizionario: italiano » greco
Lingua di partenza:
italiano
Lingua di destinazione:
greco
Traduzioni:
δουλεύω, μόχθος, διαδικασία, δουλειά, εργασία, κατεργάζομαι, εργάζομαι, επεξεργάζομαι, κόπος, έργο, εργασίας, εργασίες
Parole correlate
Altre lingue
Parole correlate: lavorare
australia, cerco lavoro, lavorare a londra, lavorare a roma, lavorare all'estero, lavorare dizionario di lingua greco, lavorare in greco
Traduzioni
- lavello in greco - βυθίζω, νεροχύτης, ναυαγώ, βυθίζομαι, νεροχύτη, νιπτήρα, βύθισης, ...
- lavina in greco - χιονοστιβάδα, πλημμύρα, κατολίσθηση, κατολισθήσεων, κατολίσθησης, κατολισθήσεις, σαρωτική
- lavoratore in greco - εργάτης, εργαζόμενος, εργαζομένου, εργαζόμενο, εργαζομένων
- lavorazione in greco - επεξεργασία, μεταποίηση, επεξεργασίας, μεταποίησης, την επεξεργασία
Parole a caso
Lavorare in greco - Dizionario: italiano » greco
Traduzioni: δουλεύω, μόχθος, διαδικασία, δουλειά, εργασία, κατεργάζομαι, εργάζομαι, επεξεργάζομαι, κόπος, έργο, εργασίας, εργασίες
Traduzioni: δουλεύω, μόχθος, διαδικασία, δουλειά, εργασία, κατεργάζομαι, εργάζομαι, επεξεργάζομαι, κόπος, έργο, εργασίας, εργασίες