Negoziato in greco

Traduzione: negoziato, Dizionario: italiano » greco

Lingua di partenza:
italiano
Lingua di destinazione:
greco
Traduzioni:
διαπραγμάτευση, διαπραγμάτευσης, διαπραγματεύσεων, διαπραγματεύσεις, των διαπραγματεύσεων
Negoziato in greco
Parole correlate
Altre lingue

Parole correlate: negoziato

negoziato antonimi, negoziato coniugazione, negoziato cruciverba, negoziato definizione, negoziato di doha, negoziato dizionario di lingua greco, negoziato in greco

Traduzioni

  • negoziante in greco - έμπορας, έμπορος, καταστηματάρχης, καταστηματάρχη, μαγαζάτορα, μπακάλης, μαγαζάτορας
  • negoziare in greco - διαπραγματεύομαι, διαπραγματευτεί, διαπραγματευθεί, διαπραγματεύονται, διαπραγματευτούν, διαπραγματεύεται
  • negoziatore in greco - διαπραγματευτής, διαπραγματευτή, διαπραγματεύσεων, διαπραγματεύσεων της, διαπραγματευτής της
  • negozio in greco - προδίδω, μαγαζί, αποθήκευση, βάζω, ψωνίζω, αποθηκεύω, κατάστημα, ...
Parole a caso
Negoziato in greco - Dizionario: italiano » greco
Traduzioni: διαπραγμάτευση, διαπραγμάτευσης, διαπραγματεύσεων, διαπραγματεύσεις, των διαπραγματεύσεων