Proprio in greco

Traduzione: proprio, Dizionario: italiano » greco

Lingua di partenza:
italiano
Lingua di destinazione:
greco
Traduzioni:
τυπικός, πράγματι, κατέχω, χαρακτηριστικός, της], αλήθεια, τα δικά, δική, δικά, το δικό, τη δική
Proprio in greco
Parole correlate
Altre lingue

Parole correlate: proprio

ciao proprio, ciao proprio testo, conto proprio, in proprio, lavoro in proprio, proprio dizionario di lingua greco, proprio in greco

Traduzioni

  • proprietario in greco - κάτοχος, ιδιοκτήτης, θήκη, κτήτορας, ιδιοκτήτη, κατόχου, κάτοχο
  • proprietà in greco - σπίτι, κτήμα, ακίνητο, περιουσία, κατοχή, ιδιοκτησία, τιμαλφή, ...
  • propulsione in greco - ώθηση, προώθηση, πρόωσης, προώθησης, πρόωση
  • prora in greco - πλώρη, την πλώρη, πλώρης, πλώρη του σκάφους, πρώρα
Parole a caso
Proprio in greco - Dizionario: italiano » greco
Traduzioni: τυπικός, πράγματι, κατέχω, χαρακτηριστικός, της], αλήθεια, τα δικά, δική, δικά, το δικό, τη δική