Įeiti graikiškai
Vertimas: įeiti, Žodynas: lietuvių » graikų
Originalo kalba:
lietuvių
Norima kalba:
graikų
Vertimai:
μπαίνω, εισέρχομαι, εισάγετε, πληκτρολογήστε, αρχίζει, εισαγάγετε, εισάγετε την
Susiję žodžiai
Kitos kalbos
Susiję žodžiai: įeiti
įeiti kalbų žodynas graikų, įeiti graikiškai
Vertimai
- įbauginimas graikiškai - εκφοβισμός, εκφοβισμού, εκφοβισμό, τον εκφοβισμό, εκφοβισμούς
- įdomus graikiškai - ενδιαφέρων, ενδιαφέρον, ενδιαφέρουσα, ενδιαφέροντα, ενδιαφέρουσες
- įgaliotinis graikiškai - αντιπροσωπευτικός, αντιπρόσωπος, παραστατικός, επίτροπος, επίτροπο, επιτρόπου, ο Επίτροπος, ...
- įgula graikiškai - πλήρωμα, πληρώματος, του πληρώματος, το πλήρωμα, πληρωμάτων
Atsitiktiniai žodžiai
Įeiti graikiškai - Žodynas: lietuvių » graikų
Vertimai: μπαίνω, εισέρχομαι, εισάγετε, πληκτρολογήστε, αρχίζει, εισαγάγετε, εισάγετε την
Vertimai: μπαίνω, εισέρχομαι, εισάγετε, πληκτρολογήστε, αρχίζει, εισαγάγετε, εισάγετε την