Škicas graikiškai
Vertimas: škicas, Žodynas: lietuvių » graikų
Originalo kalba:
lietuvių
Norima kalba:
graikų
Vertimai:
γραφείο, σπουδές, μελέτη, σκίτσο, σπουδάζω, σκαρίφημα, σχεδιάγραμμα, σχεδίασμα
Susiję žodžiai
Kitos kalbos
Susiję žodžiai: škicas
škicas kalbų žodynas graikų, škicas graikiškai
Vertimai
- šis graikiškai - οπαδοί, επόμενος, παρακολούθηση, μετά, ακολουθία, αυτό, αυτή, ...
- šiurkštus graikiškai - τραχύς, χονδροειδής, αγροίκος, άγριος, κοντός, δριμύς, σκληρός, ...
- škuna graikiškai - σκούνα, γαλέτα, γολέτα, schooner, σκούνας, γολέτας
- šlaitas graikiškai - πλευρά, γέρνω, κατηφορίζω, πλαγιά, μεριά, κλίση, κλίσης, ...
Atsitiktiniai žodžiai
Škicas graikiškai - Žodynas: lietuvių » graikų
Vertimai: γραφείο, σπουδές, μελέτη, σκίτσο, σπουδάζω, σκαρίφημα, σχεδιάγραμμα, σχεδίασμα
Vertimai: γραφείο, σπουδές, μελέτη, σκίτσο, σπουδάζω, σκαρίφημα, σχεδιάγραμμα, σχεδίασμα