Bewerking in het grieks
Vertaling: bewerking, Woordenboek: nederlands » grieks
Brontaal:
nederlands
Doeltaal:
grieks
Vertalingen:
προσαρμογή, πρόσφορος, ρύθμιση, εκδοχή, λειτουργία, επεξεργάζομαι, εγχείρηση, στέγαση, κατεργάζομαι, κατάλυμα, τύπος, διασκευή, επιχείρηση, διαδικασία, λειτουργίας, τη λειτουργία, πράξη
Verwante woorden
Andere Talen
Verwante woorden: bewerking
bewerking antoniemen, bewerking betekenis, bewerking engels, bewerking engels vertalen, bewerking foto's, bewerking talen woordenboek grieks, bewerking in het grieks
Vertalingen
- bewerken in het grieks - διαδικασία, προσαρμόζω, διασκευάζω, κατεργάζομαι, σκαλίζω, επεξεργάζομαι, καλλιεργώ, ...
- bewerker in het grieks - επεξεργαστή, επεξεργαστής, μεταποιητή, μεταποιητής, επεξεργασίας
- bewerkstelligen in het grieks - κατορθώνω, για τη δημιουργία, να θεσπίσει, να καθορίσει, να καθοριστεί, τη δημιουργία
- bewijs in het grieks - απόδειξη, πειστήριο, επίδειξη, κουπόνι, πιστοποιητικό, διαδήλωση, δείγμα, ...
Willekeurige woorden
Bewerking in het grieks - Woordenboek: nederlands » grieks
Vertalingen: προσαρμογή, πρόσφορος, ρύθμιση, εκδοχή, λειτουργία, επεξεργάζομαι, εγχείρηση, στέγαση, κατεργάζομαι, κατάλυμα, τύπος, διασκευή, επιχείρηση, διαδικασία, λειτουργίας, τη λειτουργία, πράξη
Vertalingen: προσαρμογή, πρόσφορος, ρύθμιση, εκδοχή, λειτουργία, επεξεργάζομαι, εγχείρηση, στέγαση, κατεργάζομαι, κατάλυμα, τύπος, διασκευή, επιχείρηση, διαδικασία, λειτουργίας, τη λειτουργία, πράξη