Geweten in het grieks
Vertaling: geweten, Woordenboek: nederlands » grieks
Brontaal:
nederlands
Doeltaal:
grieks
Vertalingen:
συνείδηση, συνείδησης, συνείδησή, της συνείδησης, συνειδήσεως
Verwante woorden
Andere Talen
Verwante woorden: geweten
geweten antoniemen, geweten betekenis, geweten engels, geweten grammatica, geweten in het engels, geweten talen woordenboek grieks, geweten in het grieks
Vertalingen
- gewest in het grieks - αρμοδιότητα, μερίδιο, χωρίζω, κυριαρχία, έδαφος, επαρχία, περιοχή, ...
- gewestelijk in het grieks - περιφερειακός, περιφερειακών, περιφερειακές, περιφερειακό, περιφερειακή
- gewetensvol in het grieks - ευσυνείδητος, συνείδησης, συνειδήσεως, ευσυνείδητη, ευσυνείδητοι
- gewettigd in het grieks - νόμιμος, δικαιολογείται, δικαιολογημένη, εγγύηση, δικαιολογείται η, δικαιολογούνται
Willekeurige woorden
Geweten in het grieks - Woordenboek: nederlands » grieks
Vertalingen: συνείδηση, συνείδησης, συνείδησή, της συνείδησης, συνειδήσεως
Vertalingen: συνείδηση, συνείδησης, συνείδησή, της συνείδησης, συνειδήσεως