Vermogen in het grieks

Vertaling: vermogen, Woordenboek: nederlands » grieks

Brontaal:
nederlands
Doeltaal:
grieks
Vertalingen:
διεύθυνση, ικανοποιημένος, πρωτεύουσα, κατοχή, εξουσία, κτήμα, κύρος, ικανοποιημένο, χωρητικότητα, ακίνητο, ιδιοκτησία, δύναμη, ευχαριστημένος, περιουσία, σπίτι, ικανότητα, δυνατότητα, ικανότητά, την ικανότητα, την ικανότητά
Vermogen in het grieks
Verwante woorden
Andere Talen

Verwante woorden: vermogen

analytisch, analytisch vermogen, bijstand vermogen, box 3, box 3 vermogen, vermogen talen woordenboek grieks, vermogen in het grieks

Vertalingen

  • vermoeiend in het grieks - μουχρός, ανιαρός, μουντός, πληκτικός, βαρετός, βραδύς, κουραστικός, ...
  • vermoeienis in het grieks - κόπωση, κόπος, κούραση, εξάντληση, την κούραση, κόπωσης
  • vermogend in het grieks - πλούσιος, εύπορος, κοκκινίζω, πλούσιες, πλούσιους, πλούσιοι, πλούσιων
  • vermooien in het grieks - καλλωπίζω, λουσάρω, εξωραΐσει, στολίζουν, κοσμούν, ομορφαίνουν, ομορφύνω
Willekeurige woorden
Vermogen in het grieks - Woordenboek: nederlands » grieks
Vertalingen: διεύθυνση, ικανοποιημένος, πρωτεύουσα, κατοχή, εξουσία, κτήμα, κύρος, ικανοποιημένο, χωρητικότητα, ακίνητο, ιδιοκτησία, δύναμη, ευχαριστημένος, περιουσία, σπίτι, ικανότητα, δυνατότητα, ικανότητά, την ικανότητα, την ικανότητά