Dręczyć po grecku
Tłumaczenie: dręczyć, Słownik: polski » grecki
Język źródłowy:
polski
Język docelowy:
grecki
Tłumaczenia:
εξοργίζω, ενοχλούμαι, ενοχλώ, ενόχληση, τριβελίζω, κόπος, ανησυχώ, έννοια, βασανίζω, αποπαίρνω, σκοτίζομαι, φασαρία, ταλαιπωρώ, παρενοχλώ, βασανιστήριο, μαρτύριο, βασανιστηρίων, βασανιστήρια, τα βασανιστήρια
- Jak powiedzieć dręczyć po grecku?
- Tłumaczenia dręczyć w języku greckim!
- Jak przetłumaczyć dręczyć na język grecki?
- Translacja słówka dręczyć po grecku
Powiązane słowa
Pozostałe języki
Powiązane słowa / Znaczenie: dręczyć
dręczyć antonimy, dręczyć gramatyka, dręczyć krzyżówka, dręczyć ortografia, dręczyć synonimy, dręczyć słownik językowy grecki, dręczyć po grecku
Tłumaczenia
- dręczenie po grecku - ταλαιπωρία, ενοχλώ, φασαρία, μπελάς, βασανιστήριο, μαρτύριο, βασανιστηρίων, ...
- dręczyciel po grecku - βασανιστής, βασανιστή, του δυνάστη, δυνάστη
- drętwienie po grecku - μούδιασμα, αιμωδία, μουδιάσματος, το μούδιασμα, μουδιάσματα
- drętwieć po grecku - σκληρύνω, σκληραίνουν, σκληρύνει, σκληρύνουν, ακαμψία
Losowe słowa
Dręczyć po grecku - Słownik: polski » grecki
Tłumaczenia: εξοργίζω, ενοχλούμαι, ενοχλώ, ενόχληση, τριβελίζω, κόπος, ανησυχώ, έννοια, βασανίζω, αποπαίρνω, σκοτίζομαι, φασαρία, ταλαιπωρώ, παρενοχλώ, βασανιστήριο, μαρτύριο, βασανιστηρίων, βασανιστήρια, τα βασανιστήρια
Tłumaczenia: εξοργίζω, ενοχλούμαι, ενοχλώ, ενόχληση, τριβελίζω, κόπος, ανησυχώ, έννοια, βασανίζω, αποπαίρνω, σκοτίζομαι, φασαρία, ταλαιπωρώ, παρενοχλώ, βασανιστήριο, μαρτύριο, βασανιστηρίων, βασανιστήρια, τα βασανιστήρια