Wątły po grecku
Tłumaczenie: wątły, Słownik: polski » grecki
Język źródłowy:
polski
Język docelowy:
grecki
Tłumaczenia:
αμυδρός, φίνος, λιποθυμώ, αδυνατίζω, ανίσχυρος, αδύναμος, μαλθακός, χαμηλός, εύθραυστος, λεπτός, φτωχός, ευπαθής, αδύναμα, εύθραυστη, ευπαθείς
- Jak powiedzieć wątły po grecku?
- Tłumaczenia wątły w języku greckim!
- Jak przetłumaczyć wątły na język grecki?
- Translacja słówka wątły po grecku
Powiązane słowa
Pozostałe języki
Powiązane słowa / Znaczenie: wątły
kuba wątły, wątły antonim, wątły antonimy, wątły co to znaczy, wątły człowiek, wątły słownik językowy grecki, wątły po grecku
Tłumaczenia
- wątłość po grecku - αδυναμία, αδυναμίας, αδυναμίες, την αδυναμία, η αδυναμία
- wątłusz po grecku - βακαλάος, μπακαλιάρος, γάδου, γάδο, του γάδου
- wąwóz po grecku - μαγαρίζω, χαράδρα, λερώνω, φαράγγι, κηλιδώνω, ρεματιά, βεβηλώνω, ...
- wąż po grecku - μάνικα, φίδι, φιδιού, φιδιών, το φίδι
Losowe słowa
Wątły po grecku - Słownik: polski » grecki
Tłumaczenia: αμυδρός, φίνος, λιποθυμώ, αδυνατίζω, ανίσχυρος, αδύναμος, μαλθακός, χαμηλός, εύθραυστος, λεπτός, φτωχός, ευπαθής, αδύναμα, εύθραυστη, ευπαθείς
Tłumaczenia: αμυδρός, φίνος, λιποθυμώ, αδυνατίζω, ανίσχυρος, αδύναμος, μαλθακός, χαμηλός, εύθραυστος, λεπτός, φτωχός, ευπαθής, αδύναμα, εύθραυστη, ευπαθείς