Princípio em grego
Tradução: princípio, Dicionário: português » grego
Linguagem de origem:
português
Linguagem alvo:
grego
Traduções:
πρώτος, εμπριμέ, αποφασίζω, ξεκινώ, βασιλεύω, τυπώνω, αρχίζω, ξεκίνημα, έναρξη, κανόνας, ιθύνω, αρχή, αρχής, αρχήν, αρχή της, καταρχήν
Palavras relacionadas
Outras línguas
Palavras relacionadas: princípio
princípio da proporcionalidade, princípio de le chatelier, princípio de arquimedes, princípio da igualdade, princípio do contraditório, princípio dicionário de língua grego, princípio em grego
Traduções
- principal em grego - κύριος, ηγούμαι, αφεντικό, κυριότερος, σημαντικός, ταγματάρχης, κεφάλι, ...
- principalmente em grego - ιδίως, διατηρώ, ειδικά, διατείνομαι, υποστηρίζω, κυρίως, κύριο λόγο, ...
- prisioneiro em grego - ιδιωτικός, ιδιαίτερος, φαντάρος, δέσμιος, αιχμάλωτος, φυλακισμένος, κρατούμενος, ...
- prisma em grego - πρίσμα, πρίσματος, το πρίσμα, πρισμάτων, του πρίσματος
Palavras aleatórias
Princípio em grego - Dicionário: português » grego
Traduções: πρώτος, εμπριμέ, αποφασίζω, ξεκινώ, βασιλεύω, τυπώνω, αρχίζω, ξεκίνημα, έναρξη, κανόνας, ιθύνω, αρχή, αρχής, αρχήν, αρχή της, καταρχήν
Traduções: πρώτος, εμπριμέ, αποφασίζω, ξεκινώ, βασιλεύω, τυπώνω, αρχίζω, ξεκίνημα, έναρξη, κανόνας, ιθύνω, αρχή, αρχής, αρχήν, αρχή της, καταρχήν