Bancnotă în greacă
Traducere: bancnotă, Dictionar: română » greacă
Limba sursa:
română
Limba tinta:
greacă
Traduceri:
σημείωση, ράμφος, σημειώνω, νομοσχέδιο, λογαριασμός, λογαριασμό, λογαριασμού, νομοσχεδίου
Cuvinte asemenea
Alte limbi
Cuvinte asemenea: bancnotă
bancnotă dictionarul de limbaje greacă, bancnotă în greacă
Traduceri
- bancher în greacă - τραπεζίτης, τραπεζίτη, τράπεζα, τραπεζικής, τράπεζας
- banchet în greacă - πανηγύρι, ευωχούμαι, συμπόσιο, πανδαισία, επίσημων, προετοιμασίας επίσημων δείπνων, δεξιώσεων, ...
- bandit în greacă - ληστής, ληστή, ληστών, ληστρικές
- bani în greacă - λεφτά, χρήματα, χρήμα, χρημάτων, τα χρήματα, χρήματος
Cuvinte aleatorii
Bancnotă în greacă - Dictionar: română » greacă
Traduceri: σημείωση, ράμφος, σημειώνω, νομοσχέδιο, λογαριασμός, λογαριασμό, λογαριασμού, νομοσχεδίου
Traduceri: σημείωση, ράμφος, σημειώνω, νομοσχέδιο, λογαριασμός, λογαριασμό, λογαριασμού, νομοσχεδίου