Impertinent în greacă
Traducere: impertinent, Dictionar: română » greacă
Limba sursa:
română
Limba tinta:
greacă
Traduceri:
σοφός, ξετσίπωτος, αναιδής, νωπός, φρόνιμος, ασύστολος, δροσερός, συνετός, φρέσκος, ζωντανός, ιταμός, αυθάδης, ασεβής, θράσος, αναιδές
Cuvinte asemenea
Alte limbi
Cuvinte asemenea: impertinent
impertinent dictionar, impertinent dex, impertinent definition, impertinent sinonime, impertinent en anglais, impertinent dictionarul de limbaje greacă, impertinent în greacă
Traduceri
- imperiu în greacă - αυτοκρατορία, αυτοκρατορίας, Empire, την αυτοκρατορία
- impermeabil în greacă - αδιάβροχος, αδιάβροχο, αδιάβροχη, αδιάβροχα, αδιάβροχες
- implorare în greacă - έφεση, παράκληση, τραβώ, ικεσία, δέηση, ικεσίας, δέησης, ...
- import în greacă - εισαγωγή, εισαγωγής, την εισαγωγή, εισαγωγών, εισαγωγές
Cuvinte aleatorii
Impertinent în greacă - Dictionar: română » greacă
Traduceri: σοφός, ξετσίπωτος, αναιδής, νωπός, φρόνιμος, ασύστολος, δροσερός, συνετός, φρέσκος, ζωντανός, ιταμός, αυθάδης, ασεβής, θράσος, αναιδές
Traduceri: σοφός, ξετσίπωτος, αναιδής, νωπός, φρόνιμος, ασύστολος, δροσερός, συνετός, φρέσκος, ζωντανός, ιταμός, αυθάδης, ασεβής, θράσος, αναιδές