Mulţime în greacă

Traducere: mulţime, Dictionar: română » greacă

Limba sursa:
română
Limba tinta:
greacă
Traduceri:
τοποθετώ, καθορισμένος, συσκευάζω, κατακλύζω, πλήθος, πακέτο, τάγμα, τράπουλα, πλήθους, κοινό, κόσμος, του πλήθους
Mulţime în greacă
Cuvinte asemenea
Alte limbi

Cuvinte asemenea: mulţime

mulţime dex, mulţime compactă, mulţime vidă, mulţime dictionarul de limbaje greacă, mulţime în greacă

Traduceri

  • mult în greacă - πολύ, πολύς, πολλά, μεγάλο, μεγάλη, μεγάλο μέρος
  • multiplu în greacă - πολλαπλός, πολλαπλούς, πολλαπλάσιο, πολλαπλές, πολλαπλών, πολλαπλά
  • mumie în greacă - μούμια, μαμά, μούμιας, μούμια του, μουμιών
  • muncitor în greacă - εργατικός, σκληρή εργασία, σκληρής εργασίας, εργάζονται σκληρά, από σκληρή εργασία
Cuvinte aleatorii
Mulţime în greacă - Dictionar: română » greacă
Traduceri: τοποθετώ, καθορισμένος, συσκευάζω, κατακλύζω, πλήθος, πακέτο, τάγμα, τράπουλα, πλήθους, κοινό, κόσμος, του πλήθους