Беспристрастный на греческом языке
Перевод: беспристрастный, Словарь: русском » греческий
Язык оригинала:
русском
Язык перевода:
греческий
Переводы:
ακόμα, νεκρό, ειλικρινής, ουδέτερος, απρόσωπος, δικαστικός, ξανθός, μόλις, αμερόληπτος, πανηγύρι, ίσος, δίκαιος, δικανικός, αμερόληπτη, αμερόληπτο, αμερόληπτες, αμερόληπτου
Родственные слова
Другие языки
Родственные слова: беспристрастный
беспристрастный википедия, беспристрастный свидетель, беспристрастный свидетель хайнлайн, беспристрастный перевод на украинский, беспристрастный или беспристрастный, беспристрастный словарь иностранных слов греческий, беспристрастный на греческом языке
Переводы
- беспристрастно на греческом языке - ακριβοδίκαια, αρκετά, δίκαια, αμερόληπτα, αμεροληψία, με αμεροληψία, αμερόληπτο, ...
- беспристрастность на греческом языке - αποκόλληση, ευθυδικία, αδιαφορία, αμεροληψία, αμεροληψίας, την αμεροληψία, της αμεροληψίας, ...
- беспричинный на греческом языке - άνευ αιτίας
- бесприютный на греческом языке - άστεγος, άστεγοι, άστεγους, αστέγων, αστέγους
Случайные слова
Беспристрастный на греческом языке - Словарь: русском » греческий
Переводы: ακόμα, νεκρό, ειλικρινής, ουδέτερος, απρόσωπος, δικαστικός, ξανθός, μόλις, αμερόληπτος, πανηγύρι, ίσος, δίκαιος, δικανικός, αμερόληπτη, αμερόληπτο, αμερόληπτες, αμερόληπτου
Переводы: ακόμα, νεκρό, ειλικρινής, ουδέτερος, απρόσωπος, δικαστικός, ξανθός, μόλις, αμερόληπτος, πανηγύρι, ίσος, δίκαιος, δικανικός, αμερόληπτη, αμερόληπτο, αμερόληπτες, αμερόληπτου