Вольный на греческом языке
Перевод: вольный, Словарь: русском » греческий
Язык оригинала:
русском
Язык перевода:
греческий
Переводы:
απρόσβλητος, κενός, χαλαρός, άδειος, χαρίζω, μπόσικος, τσάμπα, άπταιστος, δωρεάν, άτρωτος, περισσευούμενος, αυτεξούσιος, λυτός, περισσεύω, λάσκος, ελεύθερη, χωρίς, ελεύθερο, ελεύθερης
Родственные слова
Другие языки
Родственные слова: вольный
вольный стиль аниме, вольный стих, вольный стрелок, вольный слушатель, вольный ветер, вольный словарь иностранных слов греческий, вольный на греческом языке
Переводы
- вольнослушатель на греческом языке - εθελοντής, εθελοντή, εθελοντών, εθελοντές, εθελοντική
- вольность на греческом языке - οικειότητα, ελευθερία, ελευθερίας, ελεύθερης, ελεύθερη, την ελευθερία
- вольт на греческом языке - κάβα, βόλτ, volt, βολτ
- вольтаж на греческом языке - δυναμικό, τάση, τάσης, τάσεως, της τάσης
Случайные слова
Вольный на греческом языке - Словарь: русском » греческий
Переводы: απρόσβλητος, κενός, χαλαρός, άδειος, χαρίζω, μπόσικος, τσάμπα, άπταιστος, δωρεάν, άτρωτος, περισσευούμενος, αυτεξούσιος, λυτός, περισσεύω, λάσκος, ελεύθερη, χωρίς, ελεύθερο, ελεύθερης
Переводы: απρόσβλητος, κενός, χαλαρός, άδειος, χαρίζω, μπόσικος, τσάμπα, άπταιστος, δωρεάν, άτρωτος, περισσευούμενος, αυτεξούσιος, λυτός, περισσεύω, λάσκος, ελεύθερη, χωρίς, ελεύθερο, ελεύθερης