Выдерживать на греческом языке
Перевод: выдерживать, Словарь: русском » греческий
Язык оригинала:
русском
Язык перевода:
греческий
Переводы:
εξέδρα, μεστώνω, υποστηρίζω, υποφέρω, διαρκώ, φτουρώ, ωριμάζω, συντηρώ, παίρνω, τελευταίος, γεννώ, αμπάρι, κρατώ, αντέχουν, αντέχει, αντέξει, αντέξουν, να αντέξει
Родственные слова
Другие языки
Родственные слова: выдерживать
выдерживать синонимы, выдерживать взгляд, выдерживать на английском, выдерживать спряжение, выдерживать характер, выдерживать словарь иностранных слов греческий, выдерживать на греческом языке
Переводы
- выдержать на греческом языке - επιζώ, τελευταίος, υποστηρίζω, φτουρώ, γεννώ, εξέδρα, συντηρώ, ...
- выдерживание на греческом языке - άρτυμα, γηράσκων, γήρανσης, γήρανση, γήρανση του, γήρανσης του
- выдержка на греческом языке - γήρανση, μετριοπάθεια, δυνάμεις, μένω, εγκράτεια, απόσπασμα, το απόσπασμα, ...
- выдох на греческом языке - τολύπη, απόπνοια, εκπνοής, εκπνοή, την εκπνοή, της εκπνοής
Случайные слова
Выдерживать на греческом языке - Словарь: русском » греческий
Переводы: εξέδρα, μεστώνω, υποστηρίζω, υποφέρω, διαρκώ, φτουρώ, ωριμάζω, συντηρώ, παίρνω, τελευταίος, γεννώ, αμπάρι, κρατώ, αντέχουν, αντέχει, αντέξει, αντέξουν, να αντέξει
Переводы: εξέδρα, μεστώνω, υποστηρίζω, υποφέρω, διαρκώ, φτουρώ, ωριμάζω, συντηρώ, παίρνω, τελευταίος, γεννώ, αμπάρι, κρατώ, αντέχουν, αντέχει, αντέξει, αντέξουν, να αντέξει