Дальномер на греческом языке
Перевод: дальномер, Словарь: русском » греческий
Язык оригинала:
русском
Язык перевода:
греческий
Переводы:
αποστασιόμετρο, αναζήτηση εύρους, μετρητή αποστάσεων, μετρητή αποστάσεων με, τηλέμετρο
Другие языки
Родственные слова: дальномер
дальномер бош, дальномер лейка, дальномер bosch plr 15, дальномер hilti, дальномер купить, дальномер словарь иностранных слов греческий, дальномер на греческом языке
Переводы
- дальнозоркий на греческом языке - προνοητικός, διορατικός, υπερμετρωπικό, υπερμετρωπική, υπερμετρωπικά, υπερμετρωπικής, υπερμετρωπικού
- дальнозоркость на греческом языке - όραση, πρεσβυωπία, υπερμετρωπία, διορατικότητα, farsightedness, το farsightedness
- дальномерщик на греческом языке - αποστασιόμετρο, αναζήτηση εύρους, μετρητή αποστάσεων, μετρητή αποστάσεων με, τηλέμετρο
- дальность на греческом языке - διακυμαίνομαι, απόσταση, εμβέλεια, φάσμα, σειρά, εύρος, γκάμα
Случайные слова
Дальномер на греческом языке - Словарь: русском » греческий
Переводы: αποστασιόμετρο, αναζήτηση εύρους, μετρητή αποστάσεων, μετρητή αποστάσεων με, τηλέμετρο
Переводы: αποστασιόμετρο, αναζήτηση εύρους, μετρητή αποστάσεων, μετρητή αποστάσεων με, τηλέμετρο