Держать на греческом языке
Перевод: держать, Словарь: русском » греческий
Язык оригинала:
русском
Язык перевода:
греческий
Переводы:
ησυχασμός, ξεκουράζομαι, υπόλοιπος, κατακρατώ, αμπάρι, κρατώ, εξακολουθώ, διατήρηση, κρατήσει, διατηρούν, να κρατήσει, διατηρήσει
Родственные слова
Другие языки
Родственные слова: держать
держать свечку, держать спряжение, держать кулаки, держать строй, держать слово, держать словарь иностранных слов греческий, держать на греческом языке
Переводы
- державный на греческом языке - αυτεξούσιος, κρατίδιο, κράτος, ηγεμόνας, κυρίαρχος, κυρίαρχο, κυρίαρχα, ...
- держатель на греческом языке - ιδιοκτήτης, κτήτορας, θήκη, κάτοχος, κάτοχο, κατόχου, κάτοχος της, ...
- держаться на греческом языке - πιάνομαι, γεννώ, υποφέρω, κατακρατώ, κρατώ, τελευταίος, φτουρώ, ...
- держится на греческом языке - χειρός, κρατούμενη, φορητά
Случайные слова
Держать на греческом языке - Словарь: русском » греческий
Переводы: ησυχασμός, ξεκουράζομαι, υπόλοιπος, κατακρατώ, αμπάρι, κρατώ, εξακολουθώ, διατήρηση, κρατήσει, διατηρούν, να κρατήσει, διατηρήσει
Переводы: ησυχασμός, ξεκουράζομαι, υπόλοιπος, κατακρατώ, αμπάρι, κρατώ, εξακολουθώ, διατήρηση, κρατήσει, διατηρούν, να κρατήσει, διατηρήσει