Заселять на греческом языке

Перевод: заселять, Словарь: русском » греческий

Язык оригинала:
русском
Язык перевода:
греческий
Переводы:
άνθρωποι, φυτό, εργοστάσιο, κανονίζω, κόσμος, φυτεύω, βάζω, άνθρωπος, εγκαθίσταμαι, τοποθετώ, εγκατασταθούν, διευθέτηση, διακανονισμό, διευθετήσει, τακτοποίηση
Заселять на греческом языке
Родственные слова
Другие языки

Родственные слова: заселять

заселять синоним, когда заселять рыбок, заселять перевод, как заселять аквариум, как заселять рыбок, заселять словарь иностранных слов греческий, заселять на греческом языке

Переводы

  • заселенный на греческом языке - κατοικήσιμος, κατοικημένες, πυκνοκατοικημένη, αραιοκατοικημένες, πυκνοκατοικημένες, κατοικημένη
  • заселить на греческом языке - κόσμος, άνθρωποι, άνθρωπος, εγκατασταθούν, διευθέτηση, διακανονισμό, διευθετήσει, ...
  • засесть на греческом языке - καθορισμένος, τοποθετώ, πιάσουμε, να πιάσουμε, κατεβεί, πάρει κάτω, κατεβείτε
  • засечка на греческом языке - διατομή, βαθμός, εγκοπή, κόβω, κόψιμο, κοπή, σημαίνω, ...
Случайные слова
Заселять на греческом языке - Словарь: русском » греческий
Переводы: άνθρωποι, φυτό, εργοστάσιο, κανονίζω, κόσμος, φυτεύω, βάζω, άνθρωπος, εγκαθίσταμαι, τοποθετώ, εγκατασταθούν, διευθέτηση, διακανονισμό, διευθετήσει, τακτοποίηση