Неприкрашенный на греческом языке
Перевод: неприкрашенный, Словарь: русском » греческий
Язык оригинала:
русском
Язык перевода:
греческий
Переводы:
καραφλός, φαλακρός, αστίλβωτος, αλουστράριστη, μη βερνικωμένες, γυμνή, βερνικωμένες
Родственные слова
Другие языки
Родственные слова: неприкрашенный
неприкрашенный словарь иностранных слов греческий, неприкрашенный на греческом языке
Переводы
- неприкосновенность на греческом языке - ασυδοσία, ανοσία, ακεραιότητα, ακεραιότητας, την ακεραιότητα, της ακεραιότητας, η ακεραιότητα
- неприкосновенный на греческом языке - άτρωτος, ιερός, απρόσβλητος, όσιος, άθικτος, απαράβατο, ανέγγιχτη, ...
- неприкрепленный на греческом языке - αυτεξούσιος, τσάμπα, δωρεάν, ασύνδετος, αδέσμευτος, μη προσαρμοσμένες, μη προσαρμοσμένη, ...
- неприкрытость на греческом языке - γυμνότητα, γύμνιας, της γύμνιας, να θαυμάσει τον, θαυμάσει τον
Случайные слова
Неприкрашенный на греческом языке - Словарь: русском » греческий
Переводы: καραφλός, φαλακρός, αστίλβωτος, αλουστράριστη, μη βερνικωμένες, γυμνή, βερνικωμένες
Переводы: καραφλός, φαλακρός, αστίλβωτος, αλουστράριστη, μη βερνικωμένες, γυμνή, βερνικωμένες