Обмолвка на греческом языке
Перевод: обмолвка, Словарь: русском » греческий
Язык оригинала:
русском
Язык перевода:
греческий
Переводы:
διάλλειμα, αντεπίθεση, σπάζω, διάλειμμα, ολίσθημα της γλώσσας, μπέρδεμα της γλώσσας, παραδρομής, γλίστρημα της γλώσσας, γλωσσικό λάθος
Родственные слова
Другие языки
Родственные слова: обмолвка
забавная обмолвка, обмолвка 8 букв, что значит обмолвка, обмолвка сканворд, обмолвка ошибка, обмолвка словарь иностранных слов греческий, обмолвка на греческом языке
Переводы
- обмолачивать на греческом языке - αλωνίζω, αλώνι, όρια τα, αλωνιού
- обмолвиться на греческом языке - σπάζω, αντεπίθεση, διάλειμμα, διάλλειμα, κάνει ένα, κάνει μια, κάνουν μια, ...
- обмораживаться на греческом языке - αποκτώ, παίρνω, παγώνει, παγώνει στις
- обморожение на греческом языке - παγοπληξία, κρυοπάγημα, χιονίστρα, χιονίστρες
Случайные слова
Обмолвка на греческом языке - Словарь: русском » греческий
Переводы: διάλλειμα, αντεπίθεση, σπάζω, διάλειμμα, ολίσθημα της γλώσσας, μπέρδεμα της γλώσσας, παραδρομής, γλίστρημα της γλώσσας, γλωσσικό λάθος
Переводы: διάλλειμα, αντεπίθεση, σπάζω, διάλειμμα, ολίσθημα της γλώσσας, μπέρδεμα της γλώσσας, παραδρομής, γλίστρημα της γλώσσας, γλωσσικό λάθος