Обрамлять на греческом языке
Перевод: обрамлять, Словарь: русском » греческий
Язык оригинала:
русском
Язык перевода:
греческий
Переводы:
ανεβαίνω, σκελετός, καθορισμένος, πλαισιώνω, όρος, αυξάνομαι, σώμα, τοποθετώ, βουνό, πλαίσιο, κορνίζα, πλαισίου, καρέ, σκελετό
Родственные слова
Другие языки
Родственные слова: обрамлять
что значит обрамлять, обременять значение, что такое обременять, обрамлять укр, обременять это, обрамлять словарь иностранных слов греческий, обрамлять на греческом языке
Переводы
- обрамить на греческом языке - σώμα, πλαίσιο, σκελετός, πλαισιώνω, να πλαισιώσει, για να πλαισιώσει, σε πλαίσιο, ...
- обрамление на греческом языке - δομή, σώμα, πλαισίωση, διάρθρωση, πλαισιώνω, σκελετός, πλαίσιο, ...
- обрастать на греческом языке - αρμόζω, βρίσκομαι, διανύω, γίνομαι, είμαι, ACCRETe
- обрасти на греческом языке - διανύω, βρίσκομαι, είμαι, να, για να, για, σε, ...
Случайные слова
Обрамлять на греческом языке - Словарь: русском » греческий
Переводы: ανεβαίνω, σκελετός, καθορισμένος, πλαισιώνω, όρος, αυξάνομαι, σώμα, τοποθετώ, βουνό, πλαίσιο, κορνίζα, πλαισίου, καρέ, σκελετό
Переводы: ανεβαίνω, σκελετός, καθορισμένος, πλαισιώνω, όρος, αυξάνομαι, σώμα, τοποθετώ, βουνό, πλαίσιο, κορνίζα, πλαισίου, καρέ, σκελετό