Оговорка на греческом языке
Перевод: оговорка, Словарь: русском » греческий
Язык оригинала:
русском
Язык перевода:
греческий
Переводы:
περιορισμός, μέριμνα, περιστολή, πρόκριση, περίσκεψη, προμήθεια, παραίνεση, όρος, ρήτρα, προειδοποίηση, προειδοποιώ, νουθεσία, κράτηση, προφύλαξη, επιφύλαξη, κράτησης, κρατήσεων, της κράτησης
Родственные слова
Другие языки
Родственные слова: оговорка
оговорка мартенса текст, оговорка путина, оговорка по фрейду, оговорка по фрейду это как, оговорка кличко, оговорка словарь иностранных слов греческий, оговорка на греческом языке
Переводы
- оговаривать на греческом языке - καθορίζω, συμφωνώ, ορίζουν, ορίζει, προβλέπουν, προβλέπει, να προβλέπουν
- оговор на греческом языке - δυσφήμιση, δυσφημώ, συκοφαντία, συκοφαντίες, τη συκοφαντία, συκοφαντίας, συκοφαντούν
- оголение на греческом языке - απογύμνωση, την απογύμνωση, απογύμνωσης, η απογύμνωση, απογύμνωση του
- оголенность на греческом языке - ψυχρότητα, παγερότητα
Случайные слова
Оговорка на греческом языке - Словарь: русском » греческий
Переводы: περιορισμός, μέριμνα, περιστολή, πρόκριση, περίσκεψη, προμήθεια, παραίνεση, όρος, ρήτρα, προειδοποίηση, προειδοποιώ, νουθεσία, κράτηση, προφύλαξη, επιφύλαξη, κράτησης, κρατήσεων, της κράτησης
Переводы: περιορισμός, μέριμνα, περιστολή, πρόκριση, περίσκεψη, προμήθεια, παραίνεση, όρος, ρήτρα, προειδοποίηση, προειδοποιώ, νουθεσία, κράτηση, προφύλαξη, επιφύλαξη, κράτησης, κρατήσεων, της κράτησης