Прибавление на греческом языке
Перевод: прибавление, Словарь: русском » греческий
Язык оригинала:
русском
Язык перевода:
греческий
Переводы:
αυξάνομαι, συμπληρώνω, σηκώνω, περίφραξη, αναστηλώνω, χρήση, απόκτημα, ανατρέφω, αίτηση, ένταξη, περίφραγμα, αύξηση, αναβάτης, αναπληρωτής, υψώνω, εσώκλειστο, πρόσθεση, Επιπλέον, προσθήκη, Εκτός, προσθήκης
Родственные слова
Другие языки
Родственные слова: прибавление
прибавление ума икона, прибавление ума молитва, прибавление чисел, прибавление петель в начале ряда, прибавление ing, прибавление словарь иностранных слов греческий, прибавление на греческом языке
Переводы
- прибавиться на греческом языке - ανατέλλω, αυξάνομαι, αύξηση, αυξάνω, διανύω, είμαι, ορθώνομαι, ...
- прибавка на греческом языке - ανατέλλω, ένταξη, συμπλήρωμα, ορθώνομαι, υψώνω, ανάπτυξη, αύξηση, ...
- прибавлять на греческом языке - βάζω, προσθέτω, επισυνάπτω, εσωκλείω, συμπλήρωμα, τοποθετώ, περικλείω, ...
- прибавляться на греческом языке - αυξάνω, αύξηση, ορθώνομαι, αυξάνομαι, ανατέλλω, να προστεθεί, να προστεθούν, ...
Случайные слова
Прибавление на греческом языке - Словарь: русском » греческий
Переводы: αυξάνομαι, συμπληρώνω, σηκώνω, περίφραξη, αναστηλώνω, χρήση, απόκτημα, ανατρέφω, αίτηση, ένταξη, περίφραγμα, αύξηση, αναβάτης, αναπληρωτής, υψώνω, εσώκλειστο, πρόσθεση, Επιπλέον, προσθήκη, Εκτός, προσθήκης
Переводы: αυξάνομαι, συμπληρώνω, σηκώνω, περίφραξη, αναστηλώνω, χρήση, απόκτημα, ανατρέφω, αίτηση, ένταξη, περίφραγμα, αύξηση, αναβάτης, αναπληρωτής, υψώνω, εσώκλειστο, πρόσθεση, Επιπλέον, προσθήκη, Εκτός, προσθήκης