Раскол на греческом языке
Перевод: раскол, Словарь: русском » греческий
Язык оригинала:
русском
Язык перевода:
греческий
Переводы:
διάλειμμα, αποσκίρτηση, αντεπίθεση, μοίρα, σπάζω, αναστάτωση, διάλλειμα, διχοτομία, μοιράζω, διαίρεση, διάσπαση, διαχωρισμός, διαχωρισμό, διασπασμένη
Родственные слова
Другие языки
Родственные слова: раскол
раскол сериал, раскол русской православной церкви, раскол земли и воли, раскол украины, раскол церкви, раскол словарь иностранных слов греческий, раскол на греческом языке
Переводы
- раскованный на греческом языке - ανεμπόδιστη, χωρίς αναστολή, απρόσκοπτη, χωρίς αναστολές, ανεμπόδιστης
- расковать на греческом языке - πηδώ, ελευθερώνω, ελευθερώ, λύω από τα δεσμά
- расколотый на греческом языке - διαίρεση, διάσπαση, διαχωρισμός, διαχωρισμό, διασπασμένη
- расколоть на греческом языке - μοίρα, ρωγμή, μοιράζω, σχίζω, ραγίζω, σπάζω, ράγισμα, ...
Случайные слова
Раскол на греческом языке - Словарь: русском » греческий
Переводы: διάλειμμα, αποσκίρτηση, αντεπίθεση, μοίρα, σπάζω, αναστάτωση, διάλλειμα, διχοτομία, μοιράζω, διαίρεση, διάσπαση, διαχωρισμός, διαχωρισμό, διασπασμένη
Переводы: διάλειμμα, αποσκίρτηση, αντεπίθεση, μοίρα, σπάζω, αναστάτωση, διάλλειμα, διχοτομία, μοιράζω, διαίρεση, διάσπαση, διαχωρισμός, διαχωρισμό, διασπασμένη