Сливать на греческом языке
Перевод: сливать, Словарь: русском » греческий
Язык оригинала:
русском
Язык перевода:
греческий
Переводы:
μίγμα, ανακατώνω, φυτίλι, ανακατεύω, αναμιγνύω, χιμώ, συγχωνεύομαι, φιτίλι, ρίχνω, βάζω, συγχωνεύω, συγχώνευση, συγχωνεύσει, συγχωνευθούν, συγχωνεύσετε, συγχωνεύονται
Родственные слова
Другие языки
Родственные слова: сливать
сливать мид, сливать бензин, сливать синонимы, сливать информацию, сливать на воск, сливать словарь иностранных слов греческий, сливать на греческом языке
Переводы
- слива на греческом языке - δαμάσκηνο, δαμάσκηνου, δαμάσκηνων, δαμάσκηνα, δαμασκήνων
- слива-венгерка на греческом языке - πράσινου δαμάσκηνου
- сливаться на греческом языке - φιτίλι, ξεθωριάζω, συγχωνεύω, ενώνω, φυτίλι, συγχώνευση, συγχωνεύσει, ...
- сливающийся на греческом языке - παραπόταμος, συρρέοντα, συρρέουσες, συρρέουσα, συρροή
Случайные слова
Сливать на греческом языке - Словарь: русском » греческий
Переводы: μίγμα, ανακατώνω, φυτίλι, ανακατεύω, αναμιγνύω, χιμώ, συγχωνεύομαι, φιτίλι, ρίχνω, βάζω, συγχωνεύω, συγχώνευση, συγχωνεύσει, συγχωνευθούν, συγχωνεύσετε, συγχωνεύονται
Переводы: μίγμα, ανακατώνω, φυτίλι, ανακατεύω, αναμιγνύω, χιμώ, συγχωνεύομαι, φιτίλι, ρίχνω, βάζω, συγχωνεύω, συγχώνευση, συγχωνεύσει, συγχωνευθούν, συγχωνεύσετε, συγχωνεύονται