Трубопровод на греческом языке

Перевод: трубопровод, Словарь: русском » греческий

Язык оригинала:
русском
Язык перевода:
греческий
Переводы:
πίπα, φορέας, φέρσιμο, γραμμή, λουρί, ρυτίδα, πολλαπλός, παρατάσσω, σωλήνωση, οχετός, διαγωγή, ηγούμαι, αγωγός, διεξάγω, αυλός, επενδύω, αγωγού, αγωγών, αγωγό, του αγωγού
Трубопровод на греческом языке
Родственные слова
Другие языки

Родственные слова: трубопровод

трубопровод рф, нефтепровод дружба, трубопровод контроль сервис, трубопровод игра, трубопровод ударение, трубопровод словарь иностранных слов греческий, трубопровод на греческом языке

Переводы

  • трубка на греческом языке - εκκαθαριστής, σωλήνας, παραλήπτης, αυλός, φυτίλι, πίπα, φιτίλι, ...
  • трубный на греческом языке - σωληνοειδής, σωλήνας, σωλήνα, σωλήνων, του σωλήνα, σωληνώσεων
  • трубочист на греческом языке - καμπύλη, σαρώνω, σκουπίζω, καπνοδοχοκαθαριστής, σάρωσης καμινάδας, καπνοδοχοκαθαριστή, σάρωση καμινάδας, ...
  • трубчатый на греческом языке - σωληνοειδής, σωληνοειδές, σωληνοειδούς, σωληνοειδή, σωληνωτό
Случайные слова
Трубопровод на греческом языке - Словарь: русском » греческий
Переводы: πίπα, φορέας, φέρσιμο, γραμμή, λουρί, ρυτίδα, πολλαπλός, παρατάσσω, σωλήνωση, οχετός, διαγωγή, ηγούμαι, αγωγός, διεξάγω, αυλός, επενδύω, αγωγού, αγωγών, αγωγό, του αγωγού