Трюизм на греческом языке
Перевод: трюизм, Словарь: русском » греческий
Язык оригинала:
русском
Язык перевода:
греческий
Переводы:
σαχλαμάρα, πεζότητα, κοινοτυπία, αυταπόδεικτη αλήθεια, κοινοτοπία, την αυταπόδεικτη αλήθεια, αυτονόητη αλήθεια
Другие языки
Родственные слова: трюизм
трюизм в рекламе, трюизм значение слова, трюизм это, трюизм пример, трюизм синонимы, трюизм словарь иностранных слов греческий, трюизм на греческом языке
Переводы
- трухлявый на греческом языке - σαπισμένος, χάλια, σαθρός, σαπρός, mouldering
- трущоба на греческом языке - ρουμάνι, φτωχογειτονιά, τρύπα, πτωχογειτονιά, παραγκούπολη, παραγκουπόλεων, παραγκούπολης
- трюк на греческом языке - απάτη, τρικ, αποφεύγω, κόλπο, ξεγελώ, κολάι, τέχνασμα, ...
- трюкачество на греческом языке - gamesmanship, το gamesmanship, εξαιτίας της συνεχούς βροχής, συνεχούς βροχής
Случайные слова
Трюизм на греческом языке - Словарь: русском » греческий
Переводы: σαχλαμάρα, πεζότητα, κοινοτυπία, αυταπόδεικτη αλήθεια, κοινοτοπία, την αυταπόδεικτη αλήθεια, αυτονόητη αλήθεια
Переводы: σαχλαμάρα, πεζότητα, κοινοτυπία, αυταπόδεικτη αλήθεια, κοινοτοπία, την αυταπόδεικτη αλήθεια, αυτονόητη αλήθεια