Уловка на греческом языке
Перевод: уловка, Словарь: русском » греческий
Язык оригинала:
русском
Язык перевода:
греческий
Переводы:
καμπή, πλοκή, τρικ, μηχάνημα, τέχνασμα, στροφή, κόλπο, στήνω, εξοπλίζω, παιχνίδι, στρατήγημα, απάτη, ξεγελώ, στραμπουλίζω, αποφεύγω, συσκευή, το τέχνασμα, τέχνασμα για
Родственные слова
Другие языки
Родственные слова: уловка
уловка логана, уловка 44, уловка 22 фильм, уловка 22 скачать, уловка 22, уловка словарь иностранных слов греческий, уловка на греческом языке
Переводы
- уловимый на греческом языке - αισθητός, αντιληπτός, αισθητή, αντιληπτή, αντιληπτό
- уловитель на греческом языке - παγίδα, παγιδεύω, συλλέκτης, catcher, πιάνει, συλλέκτη, χάρμα
- уложение на греческом языке - κώδικας, λήξη, τέλος, συμπέρασμα, ο κώδικας, του κώδικα, τον κώδικα, ...
- уложить на греческом языке - κάνω, εξαναγκάζω, στρώνω, τελειώνω, ξαπλώνω, φτιάχνω, καταλήγω, ...
Случайные слова
Уловка на греческом языке - Словарь: русском » греческий
Переводы: καμπή, πλοκή, τρικ, μηχάνημα, τέχνασμα, στροφή, κόλπο, στήνω, εξοπλίζω, παιχνίδι, στρατήγημα, απάτη, ξεγελώ, στραμπουλίζω, αποφεύγω, συσκευή, το τέχνασμα, τέχνασμα για
Переводы: καμπή, πλοκή, τρικ, μηχάνημα, τέχνασμα, στροφή, κόλπο, στήνω, εξοπλίζω, παιχνίδι, στρατήγημα, απάτη, ξεγελώ, στραμπουλίζω, αποφεύγω, συσκευή, το τέχνασμα, τέχνασμα για