Условность на греческом языке
Перевод: условность, Словарь: русском » греческий
Язык оригинала:
русском
Язык перевода:
греческий
Переводы:
σύμβαση, συνέλευση, συνθήκη, συνέδριο, συμβατικότητα, συμβατικότητας, τυπικότητα, τη συμβατικότητα, συμβατικότητά
Родственные слова
Другие языки
Родственные слова: условность
условность перевод, условность и вымысел в литературе, условность ценностей, условность синоним, условность значение, условность словарь иностранных слов греческий, условность на греческом языке
Переводы
- условленный на греческом языке - άκρως απόρρητο, άκρως απόρρητα, άκρως απόρρητη, άκρως απόρρητες
- условно на греческом языке - υπό όρους, όρους, υπό κατάλληλες συνθήκες, δυνητικά, την υπό όρους
- условный на греческом языке - προσωρινός, ονομαστικός, συμβατικός, υπό όρους, όρους, αίρεση, εξαρτάται, ...
- усложнение на греческом языке - επιπλοκή, περιπλοκή, μπέρδεμα, επιπλοκών, επιπλοκής, επιπλοκές
Случайные слова
Условность на греческом языке - Словарь: русском » греческий
Переводы: σύμβαση, συνέλευση, συνθήκη, συνέδριο, συμβατικότητα, συμβατικότητας, τυπικότητα, τη συμβατικότητα, συμβατικότητά
Переводы: σύμβαση, συνέλευση, συνθήκη, συνέδριο, συμβατικότητα, συμβατικότητας, τυπικότητα, τη συμβατικότητα, συμβατικότητά