Установить на греческом языке
Перевод: установить, Словарь: русском » греческий
Язык оригинала:
русском
Язык перевода:
греческий
Переводы:
καθιερώνω, καθορίζω, θεσπίζω, καθορισμένος, ίχνος, τόπος, διαπιστώνω, βάζω, υπόλειμμα, μέρος, ανακαλύπτω, ανιχνεύω, τοποθετώ, ιδρύω, εγκαθιδρύω, επιβάλλω, που έχει συσταθεί, συσταθεί, συστάθηκε, δημιουργήσει, δημιουργία
Родственные слова
Другие языки
Родственные слова: установить
установить хром, установить гугл хром, установить скайп, установить яндекс, установить оперу, установить словарь иностранных слов греческий, установить на греческом языке
Переводы
- устанавливающий на греческом языке - σύνθεση, ρύθμιση, περιβάλλον, καθορισμό, ρύθμισης
- установившийся на греческом языке - στάβλος, συνεχής, σταθερός, αδιάκοπος, σταθερή, σταθερής, σταθερό, ...
- установка на греческом языке - τοποθετώ, πρόσφορος, καθορισμένος, πολιτική, ρύθμιση, μονάδα, επενδύω, ...
- установление на греческом языке - πρόσφορος, θεσμός, εγκατάσταση, ίδρυμα, αποφασιστικότητα, σύνθεση, ρύθμιση, ...
Случайные слова
Установить на греческом языке - Словарь: русском » греческий
Переводы: καθιερώνω, καθορίζω, θεσπίζω, καθορισμένος, ίχνος, τόπος, διαπιστώνω, βάζω, υπόλειμμα, μέρος, ανακαλύπτω, ανιχνεύω, τοποθετώ, ιδρύω, εγκαθιδρύω, επιβάλλω, που έχει συσταθεί, συσταθεί, συστάθηκε, δημιουργήσει, δημιουργία
Переводы: καθιερώνω, καθορίζω, θεσπίζω, καθορισμένος, ίχνος, τόπος, διαπιστώνω, βάζω, υπόλειμμα, μέρος, ανακαλύπτω, ανιχνεύω, τοποθετώ, ιδρύω, εγκαθιδρύω, επιβάλλω, που έχει συσταθεί, συσταθεί, συστάθηκε, δημιουργήσει, δημιουργία