Участие на греческом языке
Перевод: участие, Словарь: русском » греческий
Язык оригинала:
русском
Язык перевода:
греческий
Переводы:
χωρίζω, ανησυχία, τόκος, μοιράζω, μοιράζομαι, ενδιαφέρον, επιτόκιο, συνεργασία, μερίδιο, αρραβώνες, κλήρος, προβληματισμός, συμμετοχή, συμμετοχής, τη συμμετοχή, η συμμετοχή, της συμμετοχής
Родственные слова
Другие языки
Родственные слова: участие
участие в тендерах, участие синоним, участие в электронных торгах, участие граждан в политической жизни, участие работников в управлении организацией, участие словарь иностранных слов греческий, участие на греческом языке
Переводы
- участвовать на греческом языке - πηγαίνω, μοιράζω, κάθομαι, κλήρος, μοιράζομαι, συμμετέχω, συμμετέχουν, ...
- участвующий на греческом языке - συμμέτοχος, που συμμετέχουν, συμμετέχουσες, συμμετέχοντα, συμμετέχουν, συμμετεχόντων
- участковый на греческом языке - περιοχή, συνοικία, περιφέρεια, περιοχής, διαμέρισμα
- участливый на греческом языке - εύσπλαχνος, πονόψυχος, καλόκαρδος, ζεστή, καλόκαρδοι, εγκάρδιο, καλόκαρδη
Случайные слова
Участие на греческом языке - Словарь: русском » греческий
Переводы: χωρίζω, ανησυχία, τόκος, μοιράζω, μοιράζομαι, ενδιαφέρον, επιτόκιο, συνεργασία, μερίδιο, αρραβώνες, κλήρος, προβληματισμός, συμμετοχή, συμμετοχής, τη συμμετοχή, η συμμετοχή, της συμμετοχής
Переводы: χωρίζω, ανησυχία, τόκος, μοιράζω, μοιράζομαι, ενδιαφέρον, επιτόκιο, συνεργασία, μερίδιο, αρραβώνες, κλήρος, προβληματισμός, συμμετοχή, συμμετοχής, τη συμμετοχή, η συμμετοχή, της συμμετοχής