Эскортировать на греческом языке
Перевод: эскортировать, Словарь: русском » греческий
Язык оригинала:
русском
Язык перевода:
греческий
Переводы:
συνοδεύω, διεξάγω, συμπεριφορά, καβαλιέρος, ακολουθία, διαγωγή, φέρσιμο, συνοδεία, συνοδός, συνοδείας, συνοδό, συνοδών
Родственные слова
Другие языки
Родственные слова: эскортировать
значение эскортировать, эскортировать это, эскортировать словарь иностранных слов греческий, эскортировать на греческом языке
Переводы
- эскимоска на греческом языке - τραχύς, βραχνός, εσκιμώος, eskimo, Εσκιμώων, των Εσκιμώων, Εσκιμώο
- эскорт на греческом языке - συνοδεύω, καβαλιέρος, ακολουθία, σωματοφύλακας, συνοδεία, συνοδός, συνοδείας, ...
- эскот на греческом языке - είδος λαιμόδετου, Ascot, και ascot, Άσκοτ, το Ascot
- эскулап на греческом языке - ιατρός, γιατρός, γιατρό, το γιατρό, ο γιατρός, γιατρού
Случайные слова
Эскортировать на греческом языке - Словарь: русском » греческий
Переводы: συνοδεύω, διεξάγω, συμπεριφορά, καβαλιέρος, ακολουθία, διαγωγή, φέρσιμο, συνοδεία, συνοδός, συνοδείας, συνοδό, συνοδών
Переводы: συνοδεύω, διεξάγω, συμπεριφορά, καβαλιέρος, ακολουθία, διαγωγή, φέρσιμο, συνοδεία, συνοδός, συνοδείας, συνοδό, συνοδών