Вразливий грецькою
Переклад: вразливий, Словник: українська » грецька
Мова джерела:
українська
Мова перекладу:
грецька
Переклади:
ευπαθής, επιδεικτικός, ευαίσθητος, εύθικτος, επιδεκτικός, ευπαθών, ευαίσθητα, ευπαθή
Споріднені слова
Інші мови
Споріднені слова: вразливий
вразливий перевод на русский, вразливий википедия, вразливий на русском, вразливий це, вразливий синоніми, вразливий мовний словник грецька, вразливий грецькою
Переклади
- вражий грецькою - θα προκαλέσει, θα προκαλέσουν, θα προκαλεί, θα αναγκάσει, θα προκαλέσει την
- вразити грецькою - κόμματος, ξαφνιάζω, εκπλήσσω, πουλί, αποσβολώνω, εντύπωση, τρομάζω, ...
- вразливість грецькою - ευαισθησία, ευπάθεια, ευαισθησίας, επιδεκτικότητα, επιδεκτικότητας
- вразьте грецькою - εκπλήσσω, αποσβολώνω, ξαφνιάζω, Εντυπωσιάστε, Εντυπωσιάστε τους, εντυπωσιάσει, εντυπωσιάσουν, ...
Випадкові слова
Вразливий грецькою - Словник: українська » грецька
Переклади: ευπαθής, επιδεικτικός, ευαίσθητος, εύθικτος, επιδεκτικός, ευπαθών, ευαίσθητα, ευπαθή
Переклади: ευπαθής, επιδεικτικός, ευαίσθητος, εύθικτος, επιδεκτικός, ευπαθών, ευαίσθητα, ευπαθή