Спритний грецькою
Переклад: спритний, Словник: українська » грецька
Мова джерела:
українська
Мова перекладу:
грецька
Переклади:
επιδέξιος, μουσίτσα, τετραπέρατος, κηλίδα, εύστροφος, πονηρός, πανέξυπνος, σβέλτος, δύσκολος, ακριβής, γρήγορος, γρήγορα, γρήγορη, γρήγορο, γρήγορες
Споріднені слова
Інші мови
Споріднені слова: спритний
спритний на русском, спритний кіготь, спритний синоніми, спритний кухар, спритний цирюльник, спритний мовний словник грецька, спритний грецькою
Переклади
- сприйняття грецькою - αντίληψη, αντίληψης, την αντίληψη, η αντίληψη, αντίληψή
- спринт грецькою - Sprint, σπριντ, της Sprint, η Sprint, την Sprint
- спритно грецькою - ικανά, σβέλτα, επιδέξια, εύστροφα, πραγματοποιήσετε γρήγορη
- спритність грецькою - πανουργία, δραστηριότητα, επιδεξιότητα, τέχνη, ικανότητα, επιτηδειότητα, σβελτάδα, ...
Випадкові слова
Спритний грецькою - Словник: українська » грецька
Переклади: επιδέξιος, μουσίτσα, τετραπέρατος, κηλίδα, εύστροφος, πονηρός, πανέξυπνος, σβέλτος, δύσκολος, ακριβής, γρήγορος, γρήγορα, γρήγορη, γρήγορο, γρήγορες
Переклади: επιδέξιος, μουσίτσα, τετραπέρατος, κηλίδα, εύστροφος, πονηρός, πανέξυπνος, σβέλτος, δύσκολος, ακριβής, γρήγορος, γρήγορα, γρήγορη, γρήγορο, γρήγορες