Váznutí v řečtině
Překlad: váznutí, Slovník: čeština » řečtina
Zdrojový jazyk:
čeština
Cílený jazyk:
řečtina
Překlady:
στασιμότητα, στασιμότητας, η στασιμότητα, τη στασιμότητα, αποτελμάτωση
Jiné jazyky
Příbuzná slova: váznutí
váznutí antonyma, váznutí gramatika, váznutí jídla v krku, váznutí křížovka, váznutí pravopis, váznutí jazykový slovník řečtina, váznutí v řečtině
Překlady
- vázat v řečtině - πεδικλώνω, βιβλιοδετώ, δεσμεύω, συγκολλώ, δεσμός, δένω, συνδέω, ...
- vázačka v řečtině - δένω, γραβάτα, Συνδετικές, Συνδετικά, Ύλη, συνδετικά υλικά, Binders
- vázání v řečtině - δεσμευτικός, επίδεσμος, δέσιμο, σύμπλεγμα, κλωστή, δεσμευτική, δέσμευσης, ...
- váček v řečtině - τσάντα, πορτοφόλι, σακούλα, θήκη, θύλακα, σάκο, σακκουλάκι
Náhodná slova
Váznutí v řečtině - Slovník: čeština » řečtina
Překlady: στασιμότητα, στασιμότητας, η στασιμότητα, τη στασιμότητα, αποτελμάτωση
Překlady: στασιμότητα, στασιμότητας, η στασιμότητα, τη στασιμότητα, αποτελμάτωση