Vytrvalý v řečtině
Překlad: vytrvalý, Slovník: čeština » řečtina
Zdrojový jazyk:
čeština
Cílený jazyk:
řečtina
Překlady:
επιμελής, ανυποχώρητος, ενδελεχής, διαρκής, ακλόνητος, έντονος, συνεχής, αδιάκοπος, επίπονος, ζωηρός, απτόητος, επίμονος, εργατικός, επίμονη, ανθεκτικές, επίμονες, επίμονο
Příbuzná slova
Jiné jazyky
Příbuzná slova: vytrvalý
vytrvalí psi, vytrvalý antonyma, vytrvalý běh, vytrvalý gramatika, vytrvalý hrachor, vytrvalý jazykový slovník řečtina, vytrvalý v řečtině
Překlady
- vytrvale v řečtině - συνεχώς, σταθερά, σταθερή, σταδιακά, διαρκώς
- vytrvalost v řečtině - προσήλωση, επιμονή, εμμονή, ρώμη, θάρρος, φιλοτεχνία, καρτερία, ...
- vytrvat v řečtině - εξακολουθώ, εμμένω, υπομένω, κρατώ, συνεχίζομαι, αντέχω, συνεχίζω, ...
- vytrvání v řečtině - επιμονή, εμμονή, την επιμονή, η επιμονή, επιμονής
Náhodná slova
Vytrvalý v řečtině - Slovník: čeština » řečtina
Překlady: επιμελής, ανυποχώρητος, ενδελεχής, διαρκής, ακλόνητος, έντονος, συνεχής, αδιάκοπος, επίπονος, ζωηρός, απτόητος, επίμονος, εργατικός, επίμονη, ανθεκτικές, επίμονες, επίμονο
Překlady: επιμελής, ανυποχώρητος, ενδελεχής, διαρκής, ακλόνητος, έντονος, συνεχής, αδιάκοπος, επίπονος, ζωηρός, απτόητος, επίμονος, εργατικός, επίμονη, ανθεκτικές, επίμονες, επίμονο