Imprudente en griego
traducción: imprudente, diccionario: español » griego
lenguaje fuente:
español
lengua objetivo:
griego
Traducciones:
απερίσκεπτος, ακριτόμυθος, εξάνθημα, παράτολμος, απρονόητος, αναίσχυντος, απερίσκεπτη, ασύνετη, αλόγιστη ανάληψη
Palabras relacionadas
otros Idiomas
Palabras relacionadas: imprudente
prudente rae, imprudente wikipedia, imprudente sinonimos, imprudente hannah howell pdf, imprudente en ingles, imprudente diccionario de idioma griego, imprudente en griego
Traducciones
- improviso en griego - εξαπίνης, απροσδόκητος, απροσδόκητη, απροσδόκητο, απροσδόκητες, απρόσμενη
- imprudencia en griego - απερισκεψία, απερισκεψίας, απροσεξία, η απερισκεψία
- impudencia en griego - αυθάδεια, αναίδεια, θράσος, θρασύτητα, η θρασύτητα, την αναίδεια
- impuesto en griego - φόρος, φορολογώ, προβληματίζω, φόρου, φόρο, φορολογικών, φορολογική
palabras al azar
Imprudente en griego - diccionario: español » griego
Traducciones: απερίσκεπτος, ακριτόμυθος, εξάνθημα, παράτολμος, απρονόητος, αναίσχυντος, απερίσκεπτη, ασύνετη, αλόγιστη ανάληψη
Traducciones: απερίσκεπτος, ακριτόμυθος, εξάνθημα, παράτολμος, απρονόητος, αναίσχυντος, απερίσκεπτη, ασύνετη, αλόγιστη ανάληψη