Ordenada en griego
traducción: ordenada, diccionario: español » griego
lenguaje fuente:
español
lengua objetivo:
griego
Traducciones:
διέταξε, παραγγείλει, καταδικάζεται, εντολή, καταδικαστεί
otros Idiomas
Palabras relacionadas: ordenada
ordenada a l'origen, ordenada en el origen excel, ordenada y abscisa, ordenada en el origen y pendiente, ordenada en el origen, ordenada diccionario de idioma griego, ordenada en griego
Traducciones
- orden en griego - εντολή, προσταγή, παραγγελία, ένταλμα, παραγγέλλω, διαταγή, προκειμένου, ...
- ordenación en griego - χειροτονία, συντονισμού, συντονισμό, ού, συντονισμός
- ordenado en griego - συγυρισμένος, συγυρίζω, τακτοποιώ, αρκετός, διέταξε, παραγγείλει, καταδικάζεται, ...
- ordenador en griego - υπολογιστής, υπολογιστή, υπολογιστών, τον υπολογιστή, του υπολογιστή
palabras al azar
Ordenada en griego - diccionario: español » griego
Traducciones: διέταξε, παραγγείλει, καταδικάζεται, εντολή, καταδικαστεί
Traducciones: διέταξε, παραγγείλει, καταδικάζεται, εντολή, καταδικαστεί