Évoquer en grec
Traduction: évoquer, Dictionnaire: français » grec
Langue de départ:
français
Langue d'arrivée:
grec
Traductions:
αναπτύσσω, υψώνω, ενεργοποιώ, ανατρέφω, κλήση, προκαλώ, αποσπώ, σηκώνω, δημιουργώ, αναστηλώνω, θυμάμαι, αναπτύσσομαι, αναπολώ, βγάζω, τηλεφωνώ, επικαλούμαι, προκαλέσει, προκαλούν, θυμίζουν, προκαλέσουν, θυμίζει
Mots associés
Autres langues
Mots associés / Définition (def): évoquer
invoquer, synonyme de évoquer, synonyme évoquer, évoquer antonymes, évoquer cnrtl, évoquer dictionnaire de langue grec, évoquer en grec
Traductions
- évoque en grec - θυμίζει, προκαλεί, ανακαλεί, παραπέμπει, ξυπνά
- évoquent en grec - προκαλέσει, προκαλούν, θυμίζουν, προκαλέσουν, θυμίζει
- évoquez en grec - αναφέρω, αναφέρουμε, αναφέρει, αναφέρουν, αναφέρετε
- évoquons en grec - προκαλέσει, προκαλούν, θυμίζουν, προκαλέσουν, θυμίζει
Mots aléatoires
Évoquer en grec - Dictionnaire: français » grec
Traductions: αναπτύσσω, υψώνω, ενεργοποιώ, ανατρέφω, κλήση, προκαλώ, αποσπώ, σηκώνω, δημιουργώ, αναστηλώνω, θυμάμαι, αναπτύσσομαι, αναπολώ, βγάζω, τηλεφωνώ, επικαλούμαι, προκαλέσει, προκαλούν, θυμίζουν, προκαλέσουν, θυμίζει
Traductions: αναπτύσσω, υψώνω, ενεργοποιώ, ανατρέφω, κλήση, προκαλώ, αποσπώ, σηκώνω, δημιουργώ, αναστηλώνω, θυμάμαι, αναπτύσσομαι, αναπολώ, βγάζω, τηλεφωνώ, επικαλούμαι, προκαλέσει, προκαλούν, θυμίζουν, προκαλέσουν, θυμίζει