Bout en grec
Traduction: bout, Dictionnaire: français » grec
Langue de départ:
français
Langue d'arrivée:
grec
Traductions:
μεταίχμιο, κορυφώνω, μήκος, κορόνα, περιορίζω, κατάληξη, οικόσημο, κορυφή, ποδοκόπι, αποφάγια, θήκη, ουρά, νιφάδα, τελείωμα, ολοκλήρωση, κλείσιμο, τέλος, άκρο, τέλη, σκοπό, λήξη
Mots associés
Autres langues
Mots associés / Définition (def): bout
a bout portant, bout antonymes, bout chou, bout de canapé, bout de chou, bout dictionnaire de langue grec, bout en grec
Traductions
- bousilleur en grec - χασάπης, κρεοπώλης, σφάζω, ατζαμής, κακοτέχνης, άτσαλος, αδέξιος κατασκευαστής, ...
- boussole en grec - πυξίδα, πυξίδας, της πυξίδας, την πυξίδα, πυξίδων
- boutade en grec - καπρίτσιο, ευφυολόγημα, αφύσικο, φρικιό, εξόρμηση, εκπηδώ, εξορμώ, ...
- bouteille en grec - παγούρι, μπουκάλι, εμφιαλώνω, φλάσκα, φιάλη, φιάλης, φιαλών, ...
Mots aléatoires
Bout en grec - Dictionnaire: français » grec
Traductions: μεταίχμιο, κορυφώνω, μήκος, κορόνα, περιορίζω, κατάληξη, οικόσημο, κορυφή, ποδοκόπι, αποφάγια, θήκη, ουρά, νιφάδα, τελείωμα, ολοκλήρωση, κλείσιμο, τέλος, άκρο, τέλη, σκοπό, λήξη
Traductions: μεταίχμιο, κορυφώνω, μήκος, κορόνα, περιορίζω, κατάληξη, οικόσημο, κορυφή, ποδοκόπι, αποφάγια, θήκη, ουρά, νιφάδα, τελείωμα, ολοκλήρωση, κλείσιμο, τέλος, άκρο, τέλη, σκοπό, λήξη