Condamnation en grec
Traduction: condamnation, Dictionnaire: français » grec
Langue de départ:
français
Langue d'arrivée:
grec
Traductions:
κατακυρώνω, καταδίκη, απονέμω, κόλαση, κρίση, πεποίθηση, μέμψη, ετυμηγορία, κατακρίνω, ψέγω, ειμαρμένη, καταδικάζω, πρόταση, κολασμός, βραβείο, φράση, περίοδος, ποινή
Mots associés
Autres langues
Mots associés / Définition (def): condamnation
attestation non condamnation, ayrault, ayrault condamnation, ayrault jean marc, condamnation a mort, condamnation dictionnaire de langue grec, condamnation en grec
Traductions
- condamnai en grec - καταδικασμένος
- condamnant en grec - καταδικάζοντας, καταδικάζει, καταδίκη, καταδικάζουν, καταδίκαζε
- condamne en grec - καταδικάζει, εαυτή, εαυτή και, καταδικάζει τη, καταδικάζει την
- condamnent en grec - καταδικάζω, καταδικάζουμε, καταδικάζουν, καταδικάσουν, καταδικάσουμε
Mots aléatoires
Condamnation en grec - Dictionnaire: français » grec
Traductions: κατακυρώνω, καταδίκη, απονέμω, κόλαση, κρίση, πεποίθηση, μέμψη, ετυμηγορία, κατακρίνω, ψέγω, ειμαρμένη, καταδικάζω, πρόταση, κολασμός, βραβείο, φράση, περίοδος, ποινή
Traductions: κατακυρώνω, καταδίκη, απονέμω, κόλαση, κρίση, πεποίθηση, μέμψη, ετυμηγορία, κατακρίνω, ψέγω, ειμαρμένη, καταδικάζω, πρόταση, κολασμός, βραβείο, φράση, περίοδος, ποινή