Courir en grec
Traduction: courir, Dictionnaire: français » grec
Langue de départ:
français
Langue d'arrivée:
grec
Traductions:
τρέχω, αντιπαράθεση, μύγα, ράτσα, πετώ, τρέξιμο, κίνηση, κίνηση από, επιχείρηση, τρέχει
Mots associés
Autres langues
Mots associés / Définition (def): courir
adidas, chausport, chaussure pour courir, comment courir, conjugaison courir, courir dictionnaire de langue grec, courir en grec
Traductions
- courge en grec - πατικώνω, κολοκύθι, μυελός, ζουλώ, κολοκύθα, σκουός, του σκουός, ...
- courgette en grec - κολοκύθι, κολοκυθάκια, κολοκύθια, τα κολοκυθάκια, κολοκυθάκι
- courlis en grec - νουμήνιος, τουρλίδας, Λεπτομύτας, τουρλίδα, λεπτομύτα
- couronne en grec - στεφάνι, στέμμα, κορόνα, κορώνα, θήκη, κόμης, κορώνας
Mots aléatoires
Courir en grec - Dictionnaire: français » grec
Traductions: τρέχω, αντιπαράθεση, μύγα, ράτσα, πετώ, τρέξιμο, κίνηση, κίνηση από, επιχείρηση, τρέχει
Traductions: τρέχω, αντιπαράθεση, μύγα, ράτσα, πετώ, τρέξιμο, κίνηση, κίνηση από, επιχείρηση, τρέχει