Dévoiler en grec

Traduction: dévoiler, Dictionnaire: français » grec

Langue de départ:
français
Langue d'arrivée:
grec
Traductions:
αποκαλύπτω, ξεσκεπάζω, απογυμνώνω, εκθέτω, διαφαίνομαι, ανακαλύπτω, ανιχνεύω, αποκαλύψει, αποκαλύπτουν, αποκαλύψουν, αποκαλύψετε, αποκαλύπτει
Dévoiler en grec
Mots associés
Autres langues

Mots associés / Définition (def): dévoiler

dévoiler anonyme ask, dévoiler antonymes, dévoiler disque frein vtt, dévoiler en anglais, dévoiler grammaire, dévoiler dictionnaire de langue grec, dévoiler en grec

Traductions

  • déviés en grec - εκτροπή, εκτραπεί, εκτρέπονται, εκτρέπεται, εκτραπούν
  • dévoilement en grec - αποκάλυψη, έκθεση, αποκαλυπτήρια, αποκαλυπτηρίων, την αποκάλυψη
  • dévorer en grec - καταστρέφω, καταβροχθίζω, τυλίγω, βλάπτω, τρώω, καταναλώνω, ρημάζω, ...
  • dévot en grec - θρησκευόμενος, θρήσκος, θρησκευτικός, πιστός, ευσεβής, ευλαβής, ευσεβείς, ...
Mots aléatoires
Dévoiler en grec - Dictionnaire: français » grec
Traductions: αποκαλύπτω, ξεσκεπάζω, απογυμνώνω, εκθέτω, διαφαίνομαι, ανακαλύπτω, ανιχνεύω, αποκαλύψει, αποκαλύπτουν, αποκαλύψουν, αποκαλύψετε, αποκαλύπτει